- Ιωνις
- Ἰωνίς-ίδος ἥ ионянка Plut.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ιωνίς — ἰωνίς, ίδος, ἡ (Α) [Ίωνες] 1. (θηλ. τού ιώνιος) α) ιωνική β) (ως εθν.) Ιωνίς η κάτοικος τής Ιωνίας ή η γυναίκα που κατάγεται από την Ιωνία 2. υδρόβιο πτηνό … Dictionary of Greek
Ἰωνίς — fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰωνίς — a water bird fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰωνίδα — ἰωνίς a water bird fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰωνίδας — ἰωνίς a water bird fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰωνίδες — ἰωνίς a water bird fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰωνίδι — Ἰωνίς fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰωνίδι — ἰωνίς a water bird fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰωνίδος — Ἰωνίς fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰωνίδος — ἰωνίς a water bird fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰωνίδων — Ἰωνίς fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)